Συζήτηση επί του σχεδίου νόμου του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών: α. Κύρωση του Απολογισμού του Κράτους οικονομικού έτους 2003, β. Κύρωση του Ισολογισμού του Κράτους οικονομικού έτους 2003.

Συζήτηση επί του σχεδίου νόμου του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών: α. Κύρωση του Απολογισμού του Κράτους οικονομικού έτους 2003, β. Κύρωση του Ισολογισμού του Κράτους οικονομικού έτους 2003.

Θεόδωρος Καράογλου:

Κύριε Πρόεδρε, κύριε Υπουργέ, αγαπητοί συνάδελφοι, είναι προφανές ότι σήμερα και αύριο γίνεται μία ιδιόμορφη συζήτηση στη Βουλή, η συζήτηση για την κύρωση του Απολογισμού του οικονομικού έτους 2003 και για την κύρωση του Ισολογισμού του κράτους για το οικονομικό έτος 2003. Είναι πραγματικά μία ιδιόμορφη συζήτηση, μια που αφορά πεπραγμένα και οικονομική διαχείριση της προηγούμενης κυβέρνησης, της κυβέρνησης του ΠΑ.ΣΟ.Κ., διαχείριση και πεπραγμένα, τα οποία προσωπικώς, ρητώς και κατηγορηματικώς δηλώνω -σε αντίθεση με αυτά που έλεγε ο κύριος Πρόεδρος προηγουμένως- ότι είμαι υποχρεωμένος με βαριά καρδιά και για λόγους απλώς συνέχειας του κράτους και χρηστής διοίκησης να κυρώσω. Παρά το ότι ρητώς και κατηγορηματικώς για άλλη μια φορά το δηλώνω, πολιτικά διαφωνώ απολύτως. Πώς άλλωστε θα μπορούσε κανείς να εγκρίνει έναν Απολογισμό, έναν Ισολογισμό μιας κακής διαχείρισης, όπου πρωταγωνιστές ήταν η δημιουργική λογιστική, η σκόπιμη παραποίηση οικονομικών στοιχείων, η διαστρέβλωση της οικονομικής πραγματικότητας, η εμφάνιση μιας εικονικής πραγματικότητας που βεβαίως καμία σχέση δεν είχε με την αληθινή κατάσταση, με τη δεινή οικονομική θέση της ελληνικής οικονομίας, με την τραγική θέση του Έλληνα πολίτη, του χαμηλόμισθου, του χαμηλοσυνταξιούχου, που σύμφωνα ακόμη και με τα τότε επίσημα στατιστικά στοιχεία τουλάχιστον το 1/3 των Ελλήνων πολιτών ζούσε κάτω από τα όρια της φτώχιας;

Ο τρόπος ήταν απλός γι' αυτή την ηθελημένη λογιστική παραποίηση για την απεικόνιση μιας εικονικής πραγματικότητας. Οι κυβερνήσεις του ΠΑ.ΣΟ.Κ. και οι υπεύθυνοι στην κυριολεξία για τα χάλια της ελληνικής οικονομίας, διόγκωναν τα έσοδα, μείωναν τις δαπάνες, εξαφανίζοντας ακόμα και δεδομένες ανελαστικές οικονομικές δαπάνες και ανειλημμένες υποχρεώσεις και εμφάνιζαν -ω του θαύματος!- στα χαρτιά πάντα, μείωση του δημοσίου ελλείμματος, μείωση του δημοσίου χρέους, το «θαύμα» της ελληνικής οικονομίας που βέβαια ήταν τόσο μεγάλο, όσο ήταν και το άλλο θαύμα, το «θαύμα» του Χρηματιστηρίου, το οποίο θυμόμαστε όλοι, και βέβαια πολύ καλύτερα το θυμάται ο ελληνικός λαός.
Ανοίγω μία μεγάλη παρένθεση, γιατί θεωρώ ότι είναι ένα ζήτημα πάρα πολύ σημαντικό στο οποίο πρέπει να σταθούμε. Θυμάμαι το καλοκαίρι του 1999 και λίγο πριν από τις Ευρωεκλογές ότι οι αφίσες του ΠΑ.ΣΟ.Κ. θύμιζαν στον ελληνικό λαό ποιο ήταν το κόμμα του Χρηματιστηρίου, πως είχε πάει ο Γενικός Δείκτης του Χρηματιστηρίου επί Κυβερνήσεων του ΠΑ.ΣΟ.Κ. ανοδικά. Τότε είχαμε δηλώσεις του αρμόδιου Υπουργού Εθνικής Οικονομίας που προέβλεπε άνοδο του Γενικού Δείκτη του Χρηματιστηρίου στις δέκα χιλιάδες μονάδες.
Τότε που με δηλώσεις υπεύθυνων -θεωρητικά υπεύθυνων, ανεύθυνων στην πράξη πολιτικών προσώπων- με διασπορά ψευδών ειδήσεων, με τις ανευθυνότητες του περίφημου προέδρου των μικρομεσαίων μετόχων, του κ. Καραγκούνη -αλήθεια που τον έχετε αποσύρει; Δεν θα βγει να κάνει καμιά ειδική πρόβλεψη και πάλι για το Xρηματιστήριο για την πορεία της οικονομίας;- τότε λοιπόν που εγκλωβίσατε και παγιδεύσατε τους έλληνες πολίτες ξεγελώντας τους και αφήνοντάς τους έρμαια κάποιων για να κλέψουν τα λεφτά τους, οικονομίες που κάποιοι με θυσίες χρόνων είχαν πραγματοποιήσει.
Φυσικά μετά την κλοπή του αιώνα, την κλοπή του χρηματιστηρίου, είχαμε την περίφημη δήλωση του τότε Πρωθυπουργού, του κ. Σημίτη για τα θύματα του Xρηματιστηρίου: «ας πρόσεχαν». Αλήθεια αυτή η ιστορική φράση γιατί δεν χρησιμοποιήθηκε ως τίτλος του αυτοβιογραφικού βιβλίου του τέως Πρωθυπουργού; Θεωρώ πως θα ήταν ένας πολύ πετυχημένος τίτλος. Είναι ένας τίτλος που θα ανέβαζε πολύ περισσότερο τις πωλήσεις αλλά και τα κέρδη του βιβλίου αυτού.
Κλείνοντας την παρένθεση και επανερχόμενος στο θέμα του Απολογισμού-Ισολογισμού του οικονομικού έτους του 2003 οφείλω να σταθώ και να κάνω μόνο δυο παρατηρήσεις επί αυτού. Βεβαίως θα μπορούσαν να γίνουν πολύ περισσότερες για να αποκαλυφθεί απολύτως η γύμνια του. Από τη μια όμως ο χρόνος που έχω στη διάθεσή μου και από την άλλη οι υπόλοιποι συνάδελφοι ομιλητές της Νέας Δημοκρατίας που θα καλύψουν αναλυτικά το παραπάνω ζήτημα, με αναγκάζουν να περιοριστώ σε δυο μόνο παρατηρήσεις επ' αυτού.
Πρώτον, η τεράστια υπέρβαση των συναφθέντων δανείων για το 2003. Συγκεκριμένα και αυτό είναι με βάση τα στοιχεία του ίδιου του Απολογισμού- ενώ για ολόκληρο το 2003 στον προϋπολογισμό προβλέπονταν δάνεια ύψους 26,9 δις ευρώ, τελικά πραγματοποιήθηκαν δάνεια ύψους 37,8 δις ευρώ, δηλαδή υπέρβαση κατά 11.000.000.000 ευρώ περίπου ή ποσοστό 40,75% επί των προϋπολογισθέντων. Και μόνο η παράθεση αυτού του στοιχείου αποδεικνύει ρητώς και κατηγορηματικώς ότι αποκλείεται να έχει γίνει ανθρώπινο λάθος. Ότι αποκλείεται να έγινε μια λογική υπέρβαση των προϋπολογισθέντων, αλλά αντίθετα καθιστά σαφές ότι στον προϋπολογισμό του 2003 -μια που θυμίζω ήταν προεκλογικός προϋπολογισμός- είχαν αποκρυβεί τεράστιες δαπάνες, είχαν φουσκωθεί υπερβολικά τα έσοδα, με αποτέλεσμα, για να κλείσει ο προϋπολογισμός, να αναγκαστεί τελικά η τότε κυβέρνηση του ΠΑ.ΣΟ.Κ. να πάρει τόσο μεγάλο δάνειο, να αυξήσει τόσο πολύ το δανεισμό, κατά 41% περίπου.
Δεύτερον. Για πρώτη φορά είχαμε υπέρβαση των δανείων σε σχέση με τα φορολογικά έσοδα. Ευρωπαϊκή οικονομική πρωτοτυπία της Ελλάδος, που αποδεικνύει την τραγική κατάσταση της οικονομίας, ήταν ότι για πρώτη φορά από συστάσεως του ελληνικού κράτους ο δανεισμός, που άλλωστε όπως προείπαμε έφτασε τα 37,8 δις ευρώ, ξεπέρασε το σύνολο των φορολογικών εσόδων που για όλο το 2003, σύμφωνα πάντα με τα επίσημα στοιχεία του Απολογισμού του 2003, έφτασαν τα 36,9 δις ευρώ. Δηλαδή τα δάνεια ήταν περίπου 1.000.000.000 ευρώ μεγαλύτερα από τα έσοδα, τρανή απόδειξη της δημοσιονομικής ανισορροπίας στην οποία βάδιζε η χώρα μας ως το 2003.
Έτσι εξηγείται πως το έλλειμμα του κρατικού προϋπολογισμού σύμφωνα με τα στοιχεία της τότε κυβέρνησης ήταν μόνο 1,7% του Α.Ε.Π. στα χαρτιά βεβαίως πάντα- ενώ αποδεικνύεται ότι ήταν 6,4% του Α.Ε.Π.. Έτσι εξηγείται πως η τότε κυβέρνηση ισχυριζόταν ότι το δημόσιο χρέος στις 31/12/2003 ήταν 165.000.000.000, ενώ στην πράξη αποδεικνύεται ότι ανερχόταν στα 183,5 δις ευρώ.
Έτσι εξηγείται και καταλαβαίνει απολύτως ο ελληνικός λαός- γιατί ήμασταν αναγκασμένοι ως Κυβέρνηση να κάνουμε την δημοσιονομική απογραφή. Αφενός γιατί αυτό ήταν μια ειλημμένη υπόσχεσή μας στον ελληνικό λαό που έπρεπε να γνωρίζει την πραγματική κατάσταση της οικονομίας. Αφετέρου για να υλοποιήσουμε μια πολιτική ήπιας δημοσιονομικής προσαρμογής με οικονομικά μέτρα σεβόμενα την κοινωνική ευαισθησία και τις πραγματικά δύσκολες στιγμές που αντιμετωπίζει ο ελληνικός λαός. Μια πολιτική αναπτυξιακή, κοινωνικά δίκαια, μια πολιτική νοικοκυρέματος του ελληνικού κράτους, έτσι ώστε σήμερα να μπορούμε να πετύχουμε τους στόχους της Ευρωπαϊκής Ένωσης για μείωση του ελλείμματος σε ποσοστό μικρότερο του 3% επί του ΑΕΠ, για περιορισμό του δημοσίου χρέους.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, ολοκληρώνοντας την τοποθέτησή μου να πω για μια ακόμα φορά ότι με βαριά καρδιά είμαι αναγκασμένος να είμαι θετικός στην κύρωση του Απολογισμού και Ισολογισμού του κράτους για το έτος 2003, δηλώνοντας ταυτόχρονα ότι αυτό γίνεται για λόγους χρηστής διοίκησης και λόγους συνέχειας του κράτους. Ταυτόχρονα και εγώ καταδικάζω την οικονομική πολιτική της κυβέρνησης του ΠΑ.ΣΟ.Κ. για όλα τα χρόνια και ειδικότερα για το 2003 που συζητάμε, κάτι που άλλωστε και ο ελληνικός λαός έχει κάνει ήδη πράξη του με την αποφασιστική καταδίκη της πολιτικής αυτής στις εκλογές της 7ης Μαρτίου 2004.
Σας ευχαριστώ.